αμπελοκαλλιέργεια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αμπελοκαλλιέργεια οι αμπελοκαλλιέργειες
      γενική της αμπελοκαλλιέργειας των αμπελοκαλλιεργειών
    αιτιατική την αμπελοκαλλιέργεια τις αμπελοκαλλιέργειες
     κλητική αμπελοκαλλιέργεια αμπελοκαλλιέργειες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αμπελοκαλλιέργεια < αμπελο- + -καλλιέργεια

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αμπελοκαλλιέργεια θηλυκό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]