ανάπλα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ανάπλα < πιθανόν άνω + άπλωμα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ανάπλα θηλυκό