αναγραμματίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αναγραμματίζω < αρχαία ελληνική ἀναγραμματίζω < ἀνά + γράμμα

αναγραμματίζω


Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]