αναιμικών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]αναιμικών
- γενική πληθυντικού του αναιμικός
- γενική πληθυντικού του αναιμική
- γενική πληθυντικού του αναιμικό