αντικυβερνητικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αντικυβερνητικά < αντικυβερνητικός + -ά
Επίρρημα
[επεξεργασία]αντικυβερνητικά
- (πολιτική) εναντίον της κυβέρνησης
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αντικυβερνητικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]αντικυβερνητικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αντικυβερνητικό