αντιμελοδραματικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αντιμελοδραματικός < αντι- + μελοδραματικός
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /an.di.me.lo.ðɾa.ma.tiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐ντι‐με‐λο‐δρα‐μα‐τι‐κός
Επίθετο
[επεξεργασία]αντιμελοδραματικός
- που είναι αντίθετος με τον μελοδραματισμό ή έχει σχετική συμπεριφορά
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]→ και δείτε τις λέξεις μελόδραμα, μέλος, δράμα και δρω
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αντιμελοδραματικός
Πηγές
[επεξεργασία]- αντιμελοδραματικός - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας