αντιχολινεργικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]αντιχολινεργικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αντιχολινεργικό, ουδέτερο του αντιχολινεργικός
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]αντιχολινεργικά ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του αντιχολινεργικό