ανυπόμονα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ανυπόμονα < ανυπόμον(ος) +

Επίρρημα

[επεξεργασία]

ανυπόμονα (τροπικό επίρρημα)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

ανυπόμονα