ανώδυνος τοκετός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ανώδυνος τοκετός < ανώδυνος + τοκετός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική accouchement sans douleur)

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

ανώδυνος τοκετός αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]