απαγάγω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

απαγάγω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος απάγω
  2. θα απαγάγω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος απάγω