απλούς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- απλούς < αρχαία ελληνική ἁπλοῦς
Επίθετο
[επεξεργασία]απλούς
- (καθαρεύουσα) απλός
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]απλούς