αποδιεθνοποίησης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]αποδιεθνοποίησης θηλυκό
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- αποδιεθνοποιήσεως (λόγιο)
αποδιεθνοποίησης θηλυκό