αποπτύω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἀποπτύω

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αποπτύω < αρχαία ελληνική ἀποπτύω < ἀπό + πτύω

αποπτύω

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]