απώλειες

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
απώλειες < πληθυντικός αριθμός του απώλεια

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

απώλειες θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

  1. στερήσεις
  2. χασίματα

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]