αραβογνώστης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο αραβογνώστης οι αραβογνώστες
      γενική του αραβογνώστη των αραβογνωστών
    αιτιατική τον αραβογνώστη τους αραβογνώστες
     κλητική αραβογνώστη αραβογνώστες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αραβογνώστης < αραβο- + γνώστης

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.ɾa.voˈɣno.stis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐ρα‐βο‐γνώ‐στης

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αραβογνώστης αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]