αραγονέζικος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αραγονέζικος < Αραγονέζ(ος) + -ικος
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.ɾa.ɣoˈne.zi.kos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐ρα‐γο‐νέ‐ζι‐κος
Επίθετο
[επεξεργασία]αραγονέζικος, -η, -ο
- σχετικός με την Αραγονία ή τους Αραγονέζους
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη Αραγονία
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αραγονέζικος
|
Πηγές
[επεξεργασία]- αραγονέζικος - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας