ασυμβατότητα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ασυμβατότητα οι ασυμβατότητες
      γενική της ασυμβατότητας των ασυμβατοτήτων
    αιτιατική την ασυμβατότητα τις ασυμβατότητες
     κλητική ασυμβατότητα ασυμβατότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ασυμβατότητα < ασύμβατος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ασυμβατότητα θηλυκό

  1. η ιδιότητα τού ασύμβατου
  2. (βιολ.) αντίδραση αντιγόνου και αντισώματος

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]