ατμοκίνητος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ατμοκίνητος < ατμο- + -κίνητος, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική steam-driven[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.tmoˈci.ni.tos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐τμο‐κί‐νη‐τος
Επίθετο
[επεξεργασία]ατμοκίνητος, -η, -ο
- αυτός που κινείται με τη δύναμη του ατμού
Συνώνυμα
[επεξεργασία]λόγια:
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ατμοκίνητος
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ ατμοκίνητος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ατμο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -κίνητος (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)