αυτοβιογραφούμενος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Μετοχή
[επεξεργασία]αυτοβιογραφούμενος
- μετοχή παθητικού ενεστώτα του ρήματος αυτοβιογραφούμαι
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αυτοβιογραφούμενος
|