αυτοσυνειδητοποίηση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αυτοσυνειδητοποίηση οι αυτοσυνειδητοποιήσεις
      γενική της αυτοσυνειδητοποίησης των αυτοσυνειδητοποιήσεων
    αιτιατική την αυτοσυνειδητοποίηση τις αυτοσυνειδητοποιήσεις
     κλητική αυτοσυνειδητοποίηση αυτοσυνειδητοποιήσεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αυτοσυνειδητοποίηση < αυτο- + συνειδητοποίηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αυτοσυνειδητοποίηση θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]