αφέντισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αφέντισσα οι αφέντισσες
      γενική της αφέντισσας
    αιτιατική την αφέντισσα τις αφέντισσες
     κλητική αφέντισσα αφέντισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αφέντισσα < αφέντ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

αφέντισσα θηλυκό και αφέντρα

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε αφέντης