αφανές αποθεματικό

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αφανές αποθεματικό < αφανές και αποθεματικό

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

αφανές αποθεματικό,

  • (λογιστική) αυτό που δεν αναφέρεται ρητά στον ισολογισμό, αλλά εμφανίζεται με την υποτιμημένη εκτίμηση ορισμένων στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης αποβλέποντας με αυτόν τον τρόπον στην αυτοχρηματοδότησής της.