αχά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αχά < (ηχομιμητική λέξη)
Επιφώνημα
[επεξεργασία]αχά
- επιφώνημα που δηλώνει ειρωνεία, αποδοκιμασία, περιπαικτικό σχολιασμό κ.λπ.
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αχά
|