αχαριστία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αχαριστία θηλυκό
- η ιδιότητα του αχάριστου
- <<ἔπεσθαι δέ δοκεῖ μάλιστα τῇ ἀχαριστία καί ἡ ἀναισχυντία>>, Ξενοφών, Κύρου ανάβασις
Παροιμίες
[επεξεργασία]- η θάλασσα και ο αχάριστος ποτέ τους δε χορταίνουν
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αχαριστία