αὐτόποιος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
αὐτόποιος,ος,ον < αὐτός + ποιέω

Επίθετο

[επεξεργασία]

αὐτόποιος

  1. αυτοφυής
  2. ο υπό του εαυτού του παραχθείς