βαθύτατα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- βαθύτατα υπερθετικός βαθμός του βαθιά, βαθύτατ(ος) + -α
Επίρρημα
[επεξεργασία]βαθύτατα
- εξαιρετικά βαθιά
- εντονότατα
- λυπούμαι βαθύτατα
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] βαθύτατα
|