βεβηλώνομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

βεβηλώνομαι< παθητική φωνή του ρήματος βεβηλώνω

βεβηλώνομαι

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]