βεζίρης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο βεζίρης οι βεζίρηδες
      γενική του βεζίρη των βεζίρηδων
    αιτιατική τον βεζίρη τους βεζίρηδες
     κλητική βεζίρη βεζίρηδες
Κατηγορία όπως «μανάβης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βεζίρης < μεσαιωνική ελληνική βεζίρης < τουρκική vezir < οθωμανική τουρκική وزیر‏ (vezir) < αραβική وَزِير‏ (wazīr, βοηθός)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

βεζίρης αρσενικό

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

επώνυμα:

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]