βιντεολήπτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο βιντεολήπτης οι βιντεολήπτες
      γενική του βιντεολήπτη των βιντεοληπτών
    αιτιατική τον βιντεολήπτη τους βιντεολήπτες
     κλητική βιντεολήπτη βιντεολήπτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βιντεολήπτης < βίντεο + -ο- + λήπτης

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

βιντεολήπτης αρσενικό (θηλυκό βιντεολήπτρια)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]