βροχερών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]βροχερών
- γενική πληθυντικού του βροχερός
- γενική πληθυντικού του βροχερή
- γενική πληθυντικού του βροχερό
βροχερών