βρότειος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
βρότειος < βροτός

Επίθετο

[επεξεργασία]

βρότειος,ον (και βροτεία) και βρότεος,η,ον και βροτήσιος,α,ον

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]