γαλβανικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γαλβανικός < μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική galvanique
Επίθετο
[επεξεργασία]γαλβανικός, -ή, -ό
- σχετικός με το γαλβανισμό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] γαλβανικός
|