γιαχνιστά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γιαχνιστά < γιαχνιστός + -ά
Επίρρημα
[επεξεργασία]γιαχνιστά
- άλλη μορφή του γιαχνί
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] γιαχνιστά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]γιαχνιστά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του γιαχνιστό