γκαραντί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
γκαραντί < απροσάρμοστο λόγιο δάνειο από τη γαλλική garanti

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

γκαραντί ουδέτερο άκλιτο

Επίθετο

[επεξεργασία]

γκαραντί άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]