γκινιόζος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- γκινιόζος < γκίνια
Επίθετο
[επεξεργασία]γκινιόζος
- που φέρνει κακή τύχη
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη γρουσούζης
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] γκινιόζος
→ δείτε τη λέξη γρουσούζης |