γλυκύθυμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
γλυκύθυμος < γλυκύς και θυμόςδιάθεση)

Επίθετο

[επεξεργασία]

γλυκύθυμος, ος, ον

  • που ευχαριστεί το νου ή τις αισθήσεις (για τον έρωτα, για τον ύπνο)