γᾶν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

γᾶν < γᾶ

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

γᾶν