δεν με χωράει ο τόπος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- δε(ν) με χωρά(ει) ο τόπος < → λείπει η ετυμολογία → δείτε τις λέξεις χωράω και τόπος
Έκφραση
[επεξεργασία]δε(ν) με χωρά(ει) ο τόπος
- (προφορικό) (συχνά στο γ´ πρόσωπο) δεν μπορώ να σταθώ στο ίδιο μέρος λόγω σφοδρών συναισθημάτων ανυπομονησίας, αγωνίας, στενοχώριας, ανησυχίας, υπερέντασης κ.λπ.
- ↪ Νιώθει πως δεν το χωράει ο τόπος και γκρινιάζει συνεχώς.
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] δε(ν) με χωρά(ει) ο τόπος
|
Πηγές
[επεξεργασία]- χωρώ - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- χωρώ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας