δεχόντουσαν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]δεχόντουσαν
- προφορικός τύπος του δέχονταν, γ' πρόσωπο πληθυντικού οριστικής παρατατικού του ρήματος δέχομαι
δεχόντουσαν