δημοσκοπώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
δημοσκοπώ < δημοσκόπηση + (αναδρομικός σχηματισμός)

δημοσκοπώ

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]