διακλαδικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]διακλαδικός, -ή, -ό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- διακλαδικά
- διακλαδικότητα
- → δείτε τις λέξεις διά, κλαδικός και κλαδί
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] διακλαδικός
|