διερώτηση
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | διερώτηση | οι | διερωτήσεις |
γενική | της | διερώτησης* | των | διερωτήσεων |
αιτιατική | τη | διερώτηση | τις | διερωτήσεις |
κλητική | διερώτηση | διερωτήσεις | ||
* παλιότερος λόγιος τύπος, διερωτήσεως | ||||
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- διερώτηση < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα διερώτη(σις) + -ση < διερωτώμαι < αρχαία ελληνική διερωτάω / διερωτῶ < διά δι- < ἐρωτάω
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ði.eˈɾo.ti.si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : δι‐ε‐ρώ‐τη‐ση
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]διερώτηση θηλυκό
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του διερωτώμαι
- για τον ναυτικό όρο → δείτε στην καθαρεύουσα, το διερώτησις
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] διερώτηση
|
Πηγές
[επεξεργασία]- s.v. «διερωτώμαι» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δύναμη' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ση (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα δι- από το δια- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)