διευθύνουσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ði.eˈfθi.nu.sa/ και σε γρήγορο λόγο ði̯eˈfθi.nu.sa
τυπογραφικός συλλαβισμός: δι‐ευ‐θύ‐νου‐σα

Ετυμολογία 1

[επεξεργασία]
διευθύνουσα: ουσιαστικοποιημένο θηλυκό της μετοχής διευθύνουσα· εννοείται: νοσοκόμα, νοσηλεύτρια, ή άλλη επαγγελματίας ανώτερου διοικητικού βαθμού → δείτε και τη λέξη διευθύνων

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

διευθύνουσα θηλυκό → δείτε την κλίση στο διευθύνων

Ετυμολογία 2

[επεξεργασία]
διευθύνουσα: κλιτικός τύπος

Κλιτικός τύπος μετοχής

[επεξεργασία]

διευθύνουσα

Εκφράσεις

[επεξεργασία]