διευκρινιστικώς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
διευκρινιστικώς < διευκρινιστικός + -ώς

Επίρρημα

[επεξεργασία]

διευκρινιστικώς

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]