εθελοκακία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- εθελοκακία < ελληνιστική κοινή ἐθελοκακία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]εθελοκακία θηλυκό
- η ιδιότητα του εθελόκακου
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] εθελοκακία
|