ειδοποιούμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ειδοποιούμαι < παθητική φωνή του ρήματος ειδοποιώ

ειδοποιούμαι

Ειδοποιήθηκα τελευταία στιγμή, πώς να προλάβω να σε πάρω από το αεροδρόμιο; Εύκολο το' χεις;

→ δείτε την κλίση στο ειδοποιώ

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]