εισαγωγούλα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εισαγωγούλα οι εισαγωγούλες
      γενική της εισαγωγούλας
    αιτιατική την εισαγωγούλα τις εισαγωγούλες
     κλητική εισαγωγούλα εισαγωγούλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
εισαγωγούλα < εισαγωγή + υποκοριστικό επίθημα -ούλα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

εισαγωγούλα θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]