εκατοστιαίο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

εκατοστιαίο

  1. εκατοστιαίος, στην αιτιατική του ενικού

εκατοστιαίο, ουδέτερο του εκατοστιαίος

  1. στην ονομαστική του ενικού
  2. στην αιτιατική του ενικού
  3. στην κλητική του ενικού