εκμαιεύω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
εκμαιεύω < λείπει η ετυμολογία

εκμαιεύω

  • αποσπώ επιθυμητή πληροφορία με πλάγιο τρόπο, αναγκάζω κάποιον πλαγίως να παραδεχθεί αυτό που επιθυμώ

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]