ελληνορωμαϊκής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]ελληνορωμαϊκής θηλυκό
- (αθλητισμός) γενική ενικού του ελληνορωμαϊκή (εννοείται η πάλη)
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]ελληνορωμαϊκής
- γενική ενικού, θηλυκού γένους (ελληνορωμαϊκή) του ελληνορωμαϊκός